Παρασκευή 10 Φεβρουαρίου 2012

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΟΥ ΑΣΩΤΟΥ ΥΙΟΥ

Η ΑΓΑΠΗ ΤΟΥ ΠΑΤΕΡΑ ΠΡΟΣ ΤΑ ΔΥΟ ΠΑΙΔΙΑ ΤΟΥ

Αρχ/του Δαμιανοῦ Ζαφείρη

Ἡ ἁγία Ἐκκλησία μας σήμερα μᾶς προβάλλει τήν παραβολή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ. Εἰσερχόμεθα εἰς τήν δεύτερην ἑβδομάδα τοῦ Τριωδίου. Ὅπου πλέον ὁ ἄνθρωπος εἰσέρχεται σ’ ἕνα πνεῦμα μετανοίας καί κατανύξεως, γιά νά εἰσέλθει στό μεγάλο στάδιο τῶν ἀρετῶν τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς.
Ἡ Ἐκκλησία προέβαλλε τήν περασμένη ἑβδομάδα τή μετάνοια τοῦ τελώνου. Καί σήμερα προβάλλει τή ζωή ἑνός πατέρα μέ τά δύο παιδιά του. Δέν θά παραμείνω στό μήνυμα πού δίνει ὁ ἄσωτος υἱός, γιά τή μετάνοιά του. Οὔτε θά παραμείνω στή ζωή τοῦ μεγάλου υἱοῦ, ὅπου φαίνεται πολλές φορές ἡ ἀδιαφορία καί ἡ σκληρότητα γιά τό μικρότερο ἀδερφό του. Ἀλλά θά ἐπιμείνω στή ζωή τοῦ πατέρα, πού παρουσιάζει τήν αὐθεντική ἀγάπη τοῦ ἀληθινοῦ χριστιανοῦ. Ἐδῶ, εἶναι τό συγκλονιστικό ὅτι ὁ πατέρας περιμένει νύχτα καί ἡμέρα, γιά νά δεῖ τήν ἐπιστροφή τοῦ ἀσώτου υἱοῦ, τήν ἐπιστροφή τοῦ μικροτέρου παιδιοῦ του, μέ δάκρυα στά μάτια. Καί παρακαλεῖ τό Θεό νύχτα καί ἡμέρα νά ἐπιστρέψει κοντά του.
Κι ἕνα πρωινό βλέπει, λέγει, ἀπό μακρυά νά ἔρχεται ὁ υἱός του. Καί τί κάνει; Δέν περιμένει νά ’ρθει ὁ υἱός του κοντά του, γιά νά δηλώσει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, γιά νά δηλώσει τή μετάνοιά του. Τί κάνει; Τρέχει, λέγει τό Εὐαγγέλιο. Ἀφήνει τό σπίτι του καί κατεβαίνει κάτω καί τόν συναντᾶ στό δρόμο. Ἐκεῖ στό δρόμο τόν ἐναγκαλίζεται καί τόν φιλάει. Δείχνει μιά πράξη ἀληθινῆς συγκινήσεως. Τόν ἀσπάζεται τό γιό του. Δέν τοῦ λέγει τίποτα. Δέν τόν κατακρίνει. Οὔτε τόν καταδικάζει, οὔτε τοῦ λέγει γιά τήν ἄσωτη ζωή του.
Ὁ δέ υἱός ὅμως, βλέποντας τή μεγάλη ἀγάπη τοῦ πατέρα, τί κάνει; «Ἡμάρτησα», λέει, «πατέρα κι ἐνώπιόν σου καί ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ».
Ὅταν ὁ πατέρας εἶναι γεμᾶτος ἀγάπη, τό παιδί τρέχει πιό εὔκολα, γιά νά τόν συναντήσει. Ἄν ὁ πατέρας ὅμως ἦταν σκληρός καί τιμωρός, δέν θά ἐπέστρεφε ὁ υἱός στό σπίτι του. Πολλές φορές φαινόμαστε ὄχι ἄνθρωποι τῆς ἀγάπης, ἀλλά ἄνθρωποι τῆς τιμωρίας καί τῆς ἀπόλυτης δικαιοσύνης. Μέσα μας δέν κυριαρχεῖ τό συναίσθημα τῆς καρδιᾶς, ἀλλά τό αἴσθημα τῆς σκληρότητος κι ἰδιαίτερα λειτουργεῖ ἡ λογική τοῦ ἀνθρώπου. Δέν κυριαρχεῖ ἡ καρδιά, ἀλλά κυριαρχεῖ ὁ λόγος. Ἡ σιωπή τοῦ πατέρα, τά δάκρυα τοῦ πατέρα, ὁ ἐναγκαλισμός τοῦ πατέρα δείχνουν τή μεγαλειώδη ἀρετή τῆς ἀγάπης.
Ἀλλά ἡ μεγαλειώδης πράξη του δέν κρύβεται στό μικρότερο υἱό, ἀλλά κρύβεται στό μεγαλύτερο γιό του. Ποῦ φαίνεται αὐτό; Ὅταν πλέον ὁ πατέρας του ἑτοιμάζει ἕνα μεγάλο τραπέζι για τον μικρότερο γυιό του. Τοῦ δίνει ἕνα δαχτυλίδι καί μιά λαμπροστολισμένη στολή. Αὐτά τί συμβολίζουν, ὅμως, τά τρία πράγματα; Τό πρῶτο, τό δαχτυλίδι, συμβολίζει ὅτι πλέον ὁ πατέρας του τόν κάνει συγκληρονόμο καί κύριο μέσ’ στό σπίτι του. Τό ἴδιο καί γιά μᾶς. Ὅτι ὁ Θεός μᾶς κάνει συγκληρονόμους τῆς οὐρανίου βασιλείας του. Ἡ στολή πού τοῦ δίνει συμβολίζει τίς θεῖες ἀρετές πού ἀποκτᾶ πλέον ὁ ἄσωτος υἱός. Καί τό τρίτο, ὁ μόσχος πού ἑτοιμάζει στό μεγάλο τραπέζι, συμβολίζει ὅτι κι ἐμεῖς οἱ ἴδιοι μεταλαμβάνουμε τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Κυρίου, γιά νά ζήσουμε μέσα στό πνεῦμα τοῦ Θεοῦ.
Ἀλλά ἀκόμη ὅταν ὁ μεγαλύτερος γιός μαθαίνει ὅτι ἦλθε ὁ ἀδελφός του ὁ μικρότερος καί ἔμαθε ὅτι τοῦ φτιάχνουν τό καλύτερο τραπέζι, τοῦ δίνουν τήν πιό λαμπρή στολή, ἐκείνη τή στιγμή θυμώνει. Καί τί κάνει; Δέν μπαίνει στό σπίτι, γιά νά τόν χαιρετήσει τόν ἀδελφό του, πού εἶχε χαθεῖ. Ἀλλά περιμένει ἀπ’ ἔξω θυμωμένος. Ἀλλά,ἐδῶ φαίνεται ἡ μεγάλη ἀρετή τοῦ πατέρα. Δέν περιμένει ὁ πατέρας μέσα στό σπίτι. Ἀλλά τί κάνει; Βγαίνει ἀπό τό σπίτι. Τρέχει στόν υἱό του τό μεγάλο καί τοῦ λέγει: «Παιδί μου», λέγει, «ὅλα αὐτά πού ἔχω εἶναι δικά σου. Ὁ ἀδελφός σου ἦταν νεκρός καί ἀνέζησε. Ἦταν ἀπολωλός καί εὑρέθη. Ἔλα», λέει, «κοντά μας, γιά νά τόν φιλοξενήσουμε καί νά ζήσουμε κοντά του».
Νά ξέρετε ὅτι ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ, κρύβει μέσα του μεγάλη ταπείνωση, ὅπως ὁ πατέρας τοῦ Εὐαγγελίου. Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ, λειτουργεῖ μέ τήν καρδιά. Δέν στηρίζεται στά λόγια τά ἀνθρώπινα, ἀλλά στηρίζεται μονάχα τό πῶς νά θυσιάσει τόν ἑαυτό του γιά τόν ἄλλον. Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ, δέν κοιτᾶ τόν ἑαυτό του, ἀλλά κοιτᾶ τόν ἄλλον. Προσπαθεῖ τό πρόβλημα τοῦ ἄλλου νά γίνει δικό του. Προσπαθεῖ νά θυσιάσει τά πάντα, γιά νά εὐεργετήσει τόν ἄλλον. Δέν κοιτᾶ τό πῶς νά εὐχαριστήσει αὐτό πού εἶναι ὁ ἴδιος, ἀλλά ἀφήνει ἀκόμη καί τή δουλειά του. Ἀφήνει πολλά πράγματα, γιά νά προσφέρει τήν εὐτυχία στόν ἄλλον. Βλέπουμε ὅτι ὁ πατέρας φαίνεται ἕνας ἄνθρωπος τῆς καρδιᾶς. Εὐεργετεῖ καί τόν μικρό καί τόν μεγάλο. Ταπεινώνεται καί στόν μικρό καί στόν μεγάλο. Δέν προσπαθεῖ νά δείξει ὅτι εἶναι ἕνας πατέρας-ἀφέντης. Ἕνας πατέρας, ὁ ὁποῖος ζητᾶ καί λέγει ὅτι «ἐγώ εἶμαι». Ἀλλά τί λέγει,; «Ἐλᾶτε κοντά μου, παιδιά μου. Νά ζήσουμε μέσα στό Θεό». Καί τούς δύο τούς ἤθελε ἑνωμένους. Ἀλλά ταπεινώνεται καί στούς δύο, γιά νά δείξει τό πόσο τούς ἀγαπᾶ.
Δέν μποροῦμε ν’ ἀγαπᾶμε καί νά κρίνουμε τόν ἄλλον. Δέν μποροῦμε ν’ ἀγαπᾶμε καί νά λέμε ὅτι «ἐγώ ἔχω δίκιο κι ὁ ἄλλος ἔχει ἄδικο». Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ, προσπαθεῖ νά δείξει ὅτι ὁ ἴδιος εἶναι ἁμαρτωλός. Δείχνει,ἕνα παράδειγμα ταπεινώσεως. Ἕνα παράδειγμα ἀλήθειας. Ἕνα παράδειγμα ὅτι ὄντως εἶναι μιμητής τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ.
Τί ἔκανε, ὁ Θεός, ὅταν βλέπει ὅτι ὁ λαός του εἶναι πολύ μακρυά Του; Τί κάνει; Στέλνει τόν Υἱόν του τό μονογενῆ. Θυσιάζει τό μονάκριβο παιδί του. Τί κάνει ὅμως ὁ Υἱός ἐπάνω στή γῆ, γιά νά δείξει τήν ἀγάπη του; Φτάνει μέχρι τή σταυρική θυσία. Μία σταυρική ἀγάπη, πού δέν κατανοεῖται ἀπό τόν ἄνθρωπο. Ὁ Κύριος ταπεινώνεται ἐνώπιον ὅλων τῶν ἀνθρώπων καί θά ταπεινωθεῖ μέχρι τή Δευτέρα Παρουσία, γιά νά δείξει ὅτι εἶναι ἀληθινός Θεός. Ἕνας Θεός τῆς Ἀγάπης.
Ο Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός δέν λειτουργεῖ λογικά. Ἀλλά λειτουργεῖ καρδιακά. Δίνει τήν καρδιά του, γιά νά δεχθεῖ ὁ ἄνθρωπος τή θυσία του καί νά σωθεῖ. Εκεῖνος πού ἀγαπᾶ μοιάζει μέ τόν ἥλιο, πού θερμαίνει ὅλους τούς ἀνθρώπους γύρω του. Ἐκεῖνος πού ἀγαπᾶ μοιάζει μέ τή σκιά μέσα στόν ἥλιο, γιά νά μπορεῖ νά φροντίσει τούς ἄλλους ἀνθρώπους. Πολλές φορές ὁ ἄνθρωπος τῆς καρδιᾶς θεωρεῖται τρελλός στή σημερινή ἐποχή. Διότι δέν κατανοεῖται ἀπό τόν ἄνθρωπο τοῦ κόσμου, πού λειτουργεῖ σκληρά, ἀμείλικτα, ἐγωιστικά.
Ὁ Θεός δέν θέλει μιά ἐγωιστική ἀγάπη. Πολλές φορές βλέπουμε οἱ γονεῖς, ὁ πατέρας κι ἡ μητέρα, νά μή φέρονται ὅπως ὁ πατέρας τῆς παραβολῆς. Ἀλλά ζητᾶν νά εἶναι κτῆμα τους τό παιδί τους. Ζητοῦν νά εἶναι δικό τους. Ἐδῶ ὁ πατέρας τι κάνει; Ἀφήνει τό μικρότερο γιό του νά φύγει. Τόν ἀφήνει μέ δάκρυα στά μάτια καί παρακαλοῦσε νύχτα καί ἡμέρα νά ἔλθει πάλι κοντά του. Αὐτό σημαίνει ἀγάπη. Τό νά δίνουμε στά παιδιά μας τήν καρδιά μας. Νά μήν τά δεσμεύουμε μέ τόν ἑαυτό μας, ἀλλά νά τούς δείχνουμε αὐτό πού εἴμαστε. Καί λέγει σ’ ἕνα του λόγο ὁ ἱερός Χρυσόστομος. Λέει ὅτι οἱ γονεῖς προσφέρουν στά παιδιά τους ὑλικά ἀγαθά. Τούς προσφέρουνε χρήματα. Τούς προσφέρουν περιουσίες ἤ ἀκόμη καί γνώσεις πολλές. Ἀλλά ὅμως, λέει, ἄν δέν τούς προσφέρουνε ἀρετές, λέει, τότε θεωροῦνται ὅτι εἶναι παιδοκτόνοι. Ὅτι θανατώνουν τά παιδιά τους, διότι δέν τά ὁδηγοῦν σ’ ἕνα δρόμο ἀληθινό. Σ’ ἕναν δρόμο σωτηρίας. Σ’ ἕναν δρόμο γιά νά πᾶνε στόν οὐρανό.
Ὁ ἀββᾶς Δωρόθεος λέγει σ’ ἕνα του λόγο. Τόν ρωτᾶνε τί εἶναι ἀγάπη. Ἀγάπη, λέει, εἶναι νά πάρεις ἕνα λεπρό καί νά τόν κάνεις δικό σου, λέει. Κι ἀκόμη περισσότερο, νά δώσεις τό δικό σου τό σῶμα, γιά νά σωθεῖ ὁ ἄλλος. Αὐτό σημαίνει ἀγάπη. Τό νά πάρουμε τό σῶμα τοῦ ἄλλου καί νά τό κάνουμε δικό μας. Ὁ Κύριος τί ἔκανε; Ὡς Θεός, πῆρε τό δικό μας τό σῶμα καί ταπεινώνεται ἐνώπιόν μας, γιά νά μᾶς σώσει.
Ἀναφέρεται σέ μιά ἱστορία τῶν ἀββάδων τῆς ἐρήμου. Ἦταν ἕνας Γέροντας κι ἕνας ὑποτακτικός. Καί μιά μέρα λέει ὁ ὑποτακτικός στό Γέροντα. Γέροντα, λέγει ὅτι, ἐγώ σ’ ἀγαπῶ πάρα πολύ. Καί τοῦ λέγει ἐκείνη τή στιγμή ὁ Γέροντας. Ἐγώ ὅμως, λέει, σ’ ἀγαπῶ μέ τήν καρδιά μου καί θά τ’ ἀποδείξω μιά μέρα, λέει, ὅτι ἡ ἀγάπη μου εἶναι μεγαλύτερη ἀπό τή δική σου. Καί τοῦ λέγει ἀκόμη ὅτι ἄν, ἐσύ μέ πληγώσεις, ἐγώ θά σέ συγχωρήσω καί θά σ’ ἀγαπήσω περισσότερο. Ἄν ὅμως ἐγώ, λέει, σέ πληγώσω, νά ξέρεις ὅτι ἐσύ, θά μέ μισήσεις καί θά μέ κατηγορήσεις. Πράγματι, δέν πέρασαν μερικοί μῆνες κι ὁ ὑποτακτικός ἄρχισε νά διαδίδει στόν κόσμο ὅτι ὁ Γέροντάς του εἶναι ἀνήθικος καί προέβαλλε ἄλλες κατηγορίες γιά τό Γέροντά του. Τά ὁποῖα ἦταν ὅλα ψευδῆ. Τά μαθαίνει ὅμως ὁ Γέροντας. Καί τί κάνει; Λέει: Θεέ μου, σ’ εὐχαριστῶ, γιατί μοῦ δίνεις τή δύναμη, γιά νά μπορῶ νά φτάσω στή δική σου ταπείνωση καί νά δεχθῶ τίς δικές μου ἁμαρτίες καί περισσότερο, νά νικήσω τόν ἐγωισμό μου. Μετά ὅμως ἀπό μερικά χρόνια ὁ ὑποτακτικός ἀναγνωρίζει τά λάθη πού ἔκανε καί τρέχει στό Γέροντα. Καί γονυπετής, μέ δάκρυα, τόν παρακαλεῖ καί τοῦ λέει νά τόν συγχωρέσει. Καί τοῦ λέγει ὁ Γέροντας τό ὄμορφο: Νά ξέρεις, λέει, ἀδερφέ μου. Ἐγώ ποτέ, λέει, δέν σέ κατέκρινα, ἀλλά παρακαλοῦσα τό Θεό γιά σένα. Ἀλλά νά ξέρεις ὅμως, ἡ ἀγάπη μου εἶναι τόσο πολύ μεγάλη, πού ὅταν μιά μέρα, λέει, τό μάτι μου ἦταν πάρα πολύ ἄρρωστο καί μέ πονοῦσε πάρα πολύ, λέω: «Κύριε ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστέ, διά τοῦ ἀδελφοῦ μου, θεράπευσε τό μάτι μου». Κι ἀμέσως, λέει, τό μάτι μου ἔγινε καλά.
Αὐτό σημαίνει ἀγάπη! Τό νά μποροῦμε τόν ἄλλον νά τόν ἀνεβάσουμε πολύ ψηλά ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ κι ἐμεῖς νά κατεβοῦμε πάρα πολύ χαμηλά. Ὁ Γέροντας τῆς ἱστορίας τί κάνει; Παρ’ ὅτι ἦταν ἅγιος, ταπεινώνεται τόσο πολύ καί παρακαλεῖ διά τοῦ ἁμαρτωλοῦ ἀδελφοῦ του νά σωθεῖ ὁ ἴδιος καί νά θεραπευθεῖ. Αὐτό σημαίνει ν’ ἀγαπᾶμε. Νά δίνουμε τόν ἑαυτό μας. Νά δίνουμε τή ζωή μας. Νά δίνουμε πάνω ἀπ’ ὅλα τήν καρδιά μας. Νά μποροῦμε νά λέμε: «ἀδελφέ μου σ’ ἀγαπῶ, ὅπως καί νά ’σαι. Δέν σέ κρίνω. Δέν σέ καταδικάζω. Ἀλλά ζητάω μονάχα νά γίνεις ὅπως εἶμαι ἐγώ».
Ἀὐτό πού πάσχει ἡ σημερινή κοινωνία κι ἰδιαίτερα ὁ χριστιανικός κόσμος εἶναι ὅτι δέν ὑπάρχουν παραδείγματα. Δέν ὑπάρχουν πρότυπα, γιά νά ζήσουν οἱ ἄλλοι ἄνθρωποι ἀληθινά.
Εὔχομαι, ἡ ἀγάπη τοῦ πατέρα νά γίνει δική μας ἀγάπη. Ἡ ταπείνωση τοῦ πατέρα νά γίνει δική μας ταπείνωση καί πάνω ἀπ’ ὅλα νά εἴμαστε μιμητές τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, γιά νά δοξάζεται ἡ Ἁγία Τριάδα.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου